17.10.08

Το σπιτι στη Θαλασσα.




Μια ιστορια που μου ειχε πει ενας Αιθιοπας σκεφτομουν στο δρομο.
Οτι με τοσους πολεμους ειτε εμφυλιους ειτε με ξενους εισβολεις στη χωρα του να εχουν γινει,πολλα απο τα πτωματα πετιουνται στα ποταμια,ετσι για αυτον ηταν απαγορευμενο να φαει ψαρι γιατι καποιος οταν μικρος προσπαθησε,του ειπε:
Τρως τον παππου σου τρως τον παππου σου..
Να ενας ακομη λογος που πολλοι σ'αυτη τη χωρα υποσιτιζονται.
Ειχα φτασει στο γκαραζ ο λογος που οδηγουσα μοναχος μου ηταν οτι οι 2 κοπελλες που μου ειχε γνωρισει ο κοκκινοτριχης Φρανσουα σαν γνησιες μοσχοβιτισσες δινουν εναν ατυπο ορκο κι ετσι δεν εμπαιναν σε αμαξι "μεθυσμενου αντρα" οπως με ειχαν χαρακτηρισει παρολο που ενιωθα "τιπσι" και οχι ζαλισμενος,ενω αυτες αντιθετα κατεβαζαν τις βοτκες και τα ουρσους σαν χυμους.
Η προνοια μου να καλεσω ενα ταξι και η επιμονη μου στον οδηγο να περιμενει οσο αυτες ειχαν ανεβει στο δωματιο τους για ενα φρεσκαρισμα η ισως για να βρουν το θαρρος να βγουν με ενα γνωστο 3 ημερων και με μενα 3 ωρων γνωριμια με ανταμειψαν οταν τις ειδα να περνανε μπροστα απο τη ρεσεψιον.
Εφτασαν και μετα απο 2 ποτα ακομη πεσαμε ολοι στη θαλασσα.
Ξεροντας που ειναι ενα κομματι σχοινι στο βυθο που παλια δεναν μια ψαροβαρκα,και τωρα η μια του ακρη ηταν τυλιγμενη σε ενα τσιμεντολιθο και η αλλη στην αλυσιδα που οδηγουσε στη αγκυρα, τους προετρεψα να πιαστουν απο το λαιμο μου και κρατωντας το σχοινι τραβουσα παραλληλα ενω με το κεφαλι εξω απο το νερο σφυριζα τσουυ τσουυυ και αυτοι ακομη δυνατοτερα δημιουργοντας στις 3 τα μεσανυχτα το πιο ιδιοτυπο θαλασσιο τρενο που θα μπορουσε να δει κανεις.
Βγαινοντας μπορεσα να θαυμασω καλυτερα τις 2 κοπελλες,η Ανυα μια τυπικη ρωσιδα καλονη με το επιβλητικο υψος το αγγελικο προσωπο και τους γοφους που δεν νομιζω να ειχε σμιλεψει γλυπτης γιατι η τελειοτητα ειναι παντοτε υπερφυσικη,αλλα και το δερμα το δροσερο και την αποσταση που η υπεροχη της δημιουργουσε...
Η μικροτερη ειχα χαρακτηριστικα ασσιατισας ηταν πιο μικροκαμωμενη με πραγματικα σαρκωδη χειλη και καταμαυρα μαλλια.
Το διλημμα μου δεν κρατησε πολυ γιατι η μικρη της παρεας η ταρταρα ντζανα με πηρε απο το χερι βγαινοντας κι ακουμπησε πανω μου πραγματικα η θερμη της η ζεστασια της ηταν τοσο εντονη που αμεσως της προτεινα να την ξεναγησω γυρω γυρω στον κηπο του σπιτιου.
Λενε οι λατινοι natura artes magistra και πραγματικα τα φυλλα απο τα αλμυρικια ειχαν δημιουργησει μια μαλακη επιφανεια που ακομη κι ενα χειροποιητο Σουηδικο στρωμα δεν μπορουσε να συναγωνιστει....
Χερι χερι περπατησαμε το δρομακι του γυρισμου αλλα ακουγοντας την Ανυα να φωναζει σχεδον απελπισμενη το ονομα της φιλης της επιταχυναμε.
Η εικονα που ειδαμε ηταν λιγο απροσμενη.
Ο κοκκινοτριχης Γαλλος ανεβασμενος στο περβαζι της πορτας της γειτονισας "τσιτωμενος"απο την αγωνια της Ανυα που ανησυχουσε για την φιλη της προσπαθουσε να εισβαλει σε λαθος σπιτι για να μας βρει και εχοντας τα χερια του ανοιχτα σαν το αγαλμα του Χριστου στο Ριο φωναζε"δεν καταλαβενος λληνικα" "δεν καταλαβενος λληνικα" σαν απαντηση στην απειλη της γειτονισας που με ενα φακο τεραστιο στο χερι και το γερασμενο κοκερ της να γαυγιζει λυσασμενα,φωτιζοντας προς το μερος του ελεγε οτι θα φωναξει την αστυνομια.
Η παρεξηγηση λυθηκε η παρεα ξαναενωθηκε και ειχε αρχισει να ξημερωνει.
Οποτε ξημερωνει συνηθως η ιστοριες απο το σπιτι διπλα στη θαλασσα τελειωνουν,ετσι κι αυτη.
Αν το να γραφεις σε μπλογκ ειναι τελικα εθιστικο θα ακολουθησουν κι αλλες..